Λίγο πριν την εμφάνισή της στο Καλλιμάρμαρο, ανατρέχουμε στην ιστορία της αγαπημένης μας μπάντας από τη Νορβηγία.
Απο την Μαρία Μεταξά
15/09/2022
Μόλις λίγες μέρες έμειναν για την 24η Σεπτεμβρίου, το βράδυ της οποίας οι Madrugada θα εμφανιστούν στο Καλλιμάρμαρο, και δε θα μπορούσαμε να ανυπομονούμε περισσότερο!
Πέρα από την ιστορική σημασία της επανένωσης των Madrugada επί σκηνής ―και μάλιστα σε ελληνικό έδαφος―, η νύχτα θα είναι επίσης ξεχωριστή, καθώς στη σκηνή θα εμφανιστούν και η Νορβηγίδα τραγουδοποιός Ane Brun, αλλά και η Ελληνο-νορβηγίδα Amanda Tenfjord.
Όσο περιμένουμε για το Σάββατο, ωστόσο, ας κάνουμε μια αναδρομή στην ιστορία των Madrugada.
Πίσω στο 1993, οι Sivert Høyem, Jon Lauvland Pettersen, Marius ‘Wah Wah’ Johansen και Frode Jacobsen βρίσκονται στην πόλη Stokmarknes, παίζουν μαζί μουσική, και εν τέλει σχηματίζουν τους Abbeys Adoption. Επί δύο χρόνια, δεν υπάρχουν ιδιαίτερες εξελίξεις, μέχρι που οι μουσικοί αποφασίζουν να μετακομίσουν στο Oslo, αφήνοντας πίσω τον Johansen· τότε, ο κιθαρίστας Robert Burås έρχεται και δίνει το μαγικό συστατικό που χρειαζόταν η μπάντα για να απογειωθεί!
Έως το 1998, η μπάντα είχε πια υπογράψει συμφωνία για έξι άλμπουμ από τη Virgin Music Norway και μετά από μια τυχαία συνάντηση με τον Νορβηγό συγγραφέα και ποιητή Øystein Wingaard Wolf σε ένα μπαρ, άλλαξε το όνομά της σε Madrugada ―πορτογαλική λέξη για την αυγή. «Όταν υπογράψαμε με την Virgin Records, ο μάνατζέρ μας επέμενε να υπογράψουμε το συμβόλαιο μας με τον ίδιο τρόπο που είχε υπογράψει ο Bruce Springsteen, στο καπό ενός αυτοκινήτου για να μας φέρει καλή τύχη», θυμάται ο Høyem. Φαίνεται πως ο μάνατζερ είχε δίκιο…
1.Electric (Industrial Silence, 1999)
Το ντεμπούτο τους, «Industrial Silence», κυκλοφόρησε στις 30 Αυγούστου του 1999, και έκανε εντύπωση με το πόσο δεμένο ήταν ―κάτι που μάλλον οφειλόταν στην εξαετή συνεργασία των μουσικών. Ο συνδυασμός σκοτεινών κομματιών όπως το Vocal με τη ζεστασιά των Electric και Higher εντυπωσιάζει, ενώ η κιθάρα του Burås με τη φωνή του Høyem μπλέκονται μαγευτικά και κερδίζουν αμέσως τους ακροατές.
2. Strange Colour Blue (Industrial Silence, 1999)
Αν και τα τραγούδια του Industrial Silence είναι ως επί το πλείστον μελαγχολικά, και μουσικά είναι μάλλον αρκετά κοντινά μεταξύ τους, το πού μπορούν να φτάσουν οι Madrugada είναι ήδη εμφανές, και το ταλέντρο των μουσικών λάμπει ξεκάθαρα σε κομμάτια όπως τα Shine, Strange Colour Blue και Higher, ενώ ακροατές στη Νορβηγία, στη Γερμανία, και κυρίως στην Ελλάδα, αρχίζουν να ερωτεύονται την μπάντα.
3. Hands Up – I Love You (The Nightly Disease, 2001)
Το 2001, ακολουθεί το μαγευτικό «The Nightly Disease», και θαυμαστές στη Γερμανία δημιουργούν ουρές μπροστά στα δισκάδικα για να αγοράσουν το άλμπουμ. Στο δεύτερο, πολύ πιο συνεκτικό δίσκο τους, οι Madrugada υιοθετούν ένα έντονα σκοτεινό ύφος, ακραία ερωτικό και λιγάκι καταθλιπτικό, που τελικά δίνει ένα αποτέλεσμα υπέροχο.
4. A Deadend Mind (The Nightly Disease, 2001)
Οι στίχοι σίγουρα πιο ποιητικοί, μουσικά υπάρχει μεγαλύτερο εύρος και συνολικά το στυλ του δίσκου έχει κάτι απειλητικό που σε μαγνητίζει. Νυχτερινά και γκρουβάτα, με φοβερές μπασογραμμές και βρώμικες κιθάρες, κομμάτια όπως τα Hands Up – I Love You, Nightly Disease Pt. 2, Black Mambo και A Deadend Mind ξεχωρίζουν στο δίσκο και εμβαθύνουν λίγο περισσότερο στο τι εστί Madrugada, και τονίζουν την αυτοπεποίθηση που έχουν πλέον αποκτήσει οι Νορβηγοί.
5. Majesty (Grit, 2002)
Στις αρχές του 2002, ο Lauvland Pettersen άφησε το συγκρότημα για να αντικατασταθεί από τον Simen Vangen. Λίγο αργότερα, άρχισαν οι εργασίες για την ηχογράφηση του «Grit», που είδε την μπάντα να κινείται προς έναν πιο ωμό και πειραματικό ήχο. Ωστόσο, στο άλμπουμ περιέχεται ίσως το πιο γνωστό τραγούδι της μπάντας, το μυστηριακό και τρυφερότατο Majesty.
«Έγραψα το Majesty στη Βόρεια Νορβηγία την άνοιξη του 2001. Θυμάμαι ότι ήταν το πρώτο πράγμα που έκανα εκείνη την ημέρα, έκατσα με την κιθάρα μου στο κρεβάτι και το τραγούδι γράφτηκε με τη μία, σα να βρισκόταν ήδη εκεί, στο μυαλό μου. Δεν πρέπει να μου πήρε πάνω από 15 λεπτά για να το τελειώσω», δηλώνει ο Høyem κατά την ακουστική του εκτέλεση για τον Pepper 96,6.
«Δε θα ξεχάσω ποτέ την πρώτη φορά που έπαιξα το τραγούδι στον Robert, στο διαμέρισμά του στο Oslo. Αμέσως αναγνώρισε πως ήταν κάτι πολύ ξεχωριστό. Ο Robert πάντα σου έλεγε ευθέως αν του άρεσε κάτι ή όχι. Ηχογραφήσαμε ένα demo του Majesty στο κασετόφωνο του εκείνο το βράδυ. Το τραγούδι έγινε το πρώτο μας μεγάλο hit στο ραδιόφωνο και το έχουμε παίξει σχεδόν σε κάθε συναυλία μας από τότε που κυκλοφόρησε ως μέρος του Grit, το 2003», συμπληρώνει ο τραγουδοποιός.
Ακούστε την…πεπερική εκτέλεση του Majesty εδώ.
6. The Kids Are on High Street (The Deep End, 2005)
Ο τέταρτος δίσκος της μπάντας ονομάζεται «The Deep End»· ηχογραφήθηκε στο Sound City του Los Angeles με παραγωγό το Γιώργο Δρακούλια, κυκλοφόρησε στις 28 Φεβρουαρίου 2005 στη Νορβηγία, στις 31 Μαρτίου στην υπόλοιπη Ευρώπη, και τελικά στις 11 Απριλίου στις ΗΠΑ. Ένα από τα καλύτερα κομμάτια του δίσκου είναι το εναρκτήριό του, ένα βραδυφλεγές αλλά μεγαλειώδες τραγούδι, όπου ο Høyem τραγουδά σε ελαφρώς υψηλότερο τόνο, προσδίδοντας μια αίσθηση λαχτάρας.
Σχεδόν ταυτόχρονα με την κυκλοφορία του δίσκου, ο Simen Vangen ανακοινώνει την αποχώρησή του για να επικεντρωθεί στα δικά του μουσικά πρότζεκτ, αφήνοντας το συγκρότημα χωρίς μόνιμο ντράμερ.
7. Stories from the Streets (The Deep End, 2005)
Σε αντίθεση με τον προκάτοχό του, το Grit, εδώ ο ήχος είναι μεγαλεπήβολος και πιο προσεγμένος, με πολλά από τα τραγούδια να περιλαμβάνουν όργανο Hammond, πιάνο Wurlitzer και πολλά διαφορετικά κιθαριστικά εφέ. Είναι σαν να επιστρέφει η μπάντα στη σκοτεινιά του The Nightly Disease, αλλά με πολύ πιο πλούσια ενορχήστρωση και επιβλητικές κιθάρες και φωνητικά ―συστήνοντας παράλληλα μια ώριμη τρυφερότητα, και καθιερώνοντας τους Madrugada ως μία από τις καλύτερες μπάντες της Νορβηγίας.
8. You Better Leave (Live at Tralfamadore, 2005)
Στις 14 Δεκεμβρίου 2005 κυκλοφορεί το πρώτο live album των Madrugada, με τίτλο «Live at Tralfamadore» ―από το φανταστικό πλανήτη του Αμερικανού συγγραφέα Kurt Vonnegut. Μέχρι το τέλος του 2005, έγινε το άλμπουμ με τις υψηλότερες πωλήσεις στη Νορβηγία εκείνη τη χρονιά με το The Deep End να ακολουθεί στη δεύτερη θέση.
Η χρονιά έκλεισε με την μπάντα να κερδίζει τρία βραβεία στο ετήσιο Spellemannprisen –το νορβηγικό αντίστοιχο των Grammy, ενώ ο live δίσκος περιέχει και ένα ακυκλοφόρητο μέχρι τότε κομμάτι, το πανέμορφο You Better Leave.
Μετά από αυτή την άκρως επιτυχημένη περίοδο, τα μέλη της μπάντας επικεντρώθηκαν στα προσωπικά τους πρότζεκτ ―ο Høyem κυκλοφόρησε το δεύτερο σόλο άλμπουμ του, «Exiles» το 2006, ενώ ο Burås και η μάλλον υποτιμημένη μπάντα του, «My Midnight Creeps», κυκλοφόρησαν το δεύτερο άλμπουμ τους, το φοβερό «Histamin» την επόμενη χρονιά.
9. Honey Bee (Madrugada, 2008)
Το 2007, οι Madrugada βρίσκονται ξανά με τον παραγωγό των Industrial Silence, The Nightly Disease και Histamin, John Agnello, για να ξεκινήσουν να δουλεύουν τον πέμπτο δίσκο τους. Τότε, συμβαίνει κάτι τραγικό: στις 12 Ιουλίου, ο Burås βρίσκεται νεκρός στο διαμέρισμά του στο Oslo.
Tα περισσότερα κιθαριστικά κομμάτια είχαν ήδη ηχογραφηθεί από τον Burås, και έτσι, οι σοκαρισμένοι φίλοι του αποφασίζουν πολύ γρήγορα να ολοκληρώσουν το δίσκο στη μνήμη του ―κίνηση που αποδεικνύεται ολόσωστη, αφού τους βοηθά να επεξεργαστούν το θάνατο του κιθαρίστα όλοι μαζί, εν είδει ψυχοθεραπείας.
10. What’s on Your Mind (Madrugada, 2008)
Τελικά, ο δίσκος κυκλοφορεί τον Ιανουάριο του 2008, φέρει το όνομα της μπάντας, και πρόκειται να είναι ο τελευταίος πριν τη διάλυση των Madrugada. Την άνοιξη της ίδιας χρονιάς, οι Madrugada ξεκινούν μια περιοδεία σε όλη την Ευρώπη, με τις setlist να περιέχουν και διασκευές κομματιών του Burås, ενώ στην κιθάρα τον αντικαθιστά ο στενός φίλος του και μέλος των Midnight Creeps, Alex Kloster-Jensen. Στα τέλη του Οκτώβρη, ξεκίνησε η αποχαιρετιστήρια περιοδεία τους με 11 ημερομηνίες, και η τελευταία συναυλία των Madrugada πραγματοποιήθηκε σε μία ένα sold-out εμφάνιση στο Oslo Spektrum, στις 15 Νοεμβρίου 2008.
11. All This Wanting To Be Free (The Best of Madrugada, 2010)
Το 2010 κυκλοφορεί ένα διπλό άλμπουμ με τίτλο «The Best Of Madrugada» και ένα ξεχωριστό τραγούδι να πλαισιώνεται από τις μεγάλες επιτυχίες της μπάντας: είναι το All This Wanting To Be Free, του οποίου οι συγκινητικοί στίχοι αφορούσαν τον θάνατο του Burås, ενώ πλέον τρία χρόνια έχουν περάσει.
Τα χρόνια κυλούν, με τους Νορβηγούς να αφοσιώνονται στις μουσικές τους ―και κάποιοι στις βιοποριστικές δουλειές τους―, αλλά και στις οικογένειές τους. Ο Høyem κυκλοφορεί τέσσερις σόλο δίσκους, με τα Moon Landing και Lioness να γνωρίζουν τρομερή επιτυχία, ενώ εμφανίζεται και δύο φορές στο Ηρώδειο, πιστός στο ελληνικό του κοινό.
Και τελικά, έρχεται το 2019. Το καλοκαίρι της προηγούμενης χρονιάς, ανακοινώνεται μέσω της σελίδας των Madrugada στο Facebook πως είχαν επανενωθεί με τον Jon Lauvland Pettersen, και πως ετοιμάζουν μια ευρωπαϊκή περιοδεία με αφορμή τα 20 χρόνια από το ντεμπούτο τους. Τελικά, η περιοδεία έφτασε περισσότερες από 60 συναυλίες και εμφανίσεις σε φεστιβάλ, ενώ σύντομα έγινε η μεγαλύτερη σε διάρκεια tour για την μπάντα.
Και κάπως έτσι, γεννιέται η ιδέα για ένα νέο άλμπουμ: οι ζωντανές εμφανίσεις θυμίζουν στους μουσικούς την αγάπη τους για τους Madrugada, και η ενέργεια από τις συναυλίες μεταφέρεται στο στούντιο, σε μια συγκινητική αναγέννηση από τις στάχτες!
12. Call My Name (Chimes at Midnight 2022)
Το αποτέλεσμα ήταν το μαγευτικό «Chimes At Midnight» που κυκλοφορεί το 2022, και θυμίζει τις απαρχές των Νορβηγών, με τη μουσική και τους στίχους να έχουν πλέον εμποτιστεί από την ωριμότητα και τα βιώματά τους, ενώ η χαρά της επιστροφής δίνει στο δίσκο και μια νεανική φρεσκάδα.
Σύμφωνα με την μπάντα, το Chimes at Midnight είναι στενά συνδεδεμένο με το Industrial Silence, ως προϊόν μιας νέας εκτίμησης του παλιού της ήχου, και μιας επαναφοράς στο παρελθόν με νέα μάτια. «Νιώθαμε σχεδόν σαν fans των Madrugada, επειδή είχαμε απομακρυνθεί για τόσο καιρό», δήλωσαν οι ίδιοι.
13. Nobody Loves You Like I Do (Chimes at Midnight 2022)
O τελευταίος δίσκος της μπάντας είναι τρομερά μελωδικός και ώριμος, και περιέχει 13 κομμάτια, ανάμεσα στα οποία βρίσκονται και δύο που πιστώνονται στον Burås, The World Could Be Falling Down και Slow Turns the Wheel, τα οποία χρονολογούνται πίσω στις ηχογραφήσεις για το Industrial Silence.
Μπορεί να πέρασαν 14 χρόνια, αλλά μοιάζει σαν να μην πέρασε μια μέρα· οι Madrugada έχουν επιστρέψει παθιασμένοι και υποβλητικοί, υπέροχοι όπως πάντα, και εμείς ανυπομονούμε να ζήσουμε τη μαγεία της επανασύστασής τους, στον ιστορικό χώρο του Παναθηναϊκού Σταδίου!
Εισιτήρια
Από 42 ευρώ έως και 85 ευρώ
Γενική Είσοδος – Κερκίδες | Tiers: 42 ευρώ
Γενική Είσοδος Arena: 55 ευρώ
Golden Arena: 85 ευρώ
VIP A & VIP B: 85 ευρώ
Σημεία Προπώλησης
Δίκτυο viva
Ηλεκτρονικά: viva.gr
Τηλεφωνικά: 11876
Σε όλα τα Viva Spots
(Καταστήματα Wind, Public, Media Markt, Βιβλιοπωλεία Ευριπίδης, Τεχνόπολη Δήμου Αθηναίων, αθηνόραμα.gr)
Δίκτυο Public / Kαταστήματα Public
Δες και τη συνέντευξη του Sivert Høyem από τη Λιάνα Μαστάθη:
https://www.pepper966.gr/o-sivert-hoyem-ston-pepper-96-6/