Στο πρώτο album της, η ειλικρίνεια και η ευθύτητα παίρνουν τη θέση της ευθραυστότητας των πρώτων singles μιας πολλά υποσχόμενης δημιουργού, που μας απασχόλησε ήδη πριν από το ντεμπούτο της.
Απο την Άννα Φαρδή
06/05/2021
Από τα lo-fi viral τραγούδια που έφτιαξε στην κρεβατοκάμαρά της μέχρι το «γεμάτο», ηχηρό ντεμπούτο της, η girl in red, μόλις στα 22 της, κατάφερε να βάψει τον κόσμο στα κόκκινα και να γίνει στην πορεία ένα queer icon για τα νεαρά κορίτσια που ανακαλύπτουν τη σεξουαλικότητά τους.
Με πάνω από 10 εκατομμύρια μηνιαίους ακροατές στο Spotify και 400.000 βίντεο με στίχους της στο TikTok, η Marie Ulven επιβεβαιώνει το νέο τρόπο διαμοιρασμού της μουσικής που γίνεται από δωμάτιο (του καλλιτέχνη) σε δωμάτιο (του ακροατή). Ξεκινώντας να παίζει κιθάρα στα 14 της και αυτοδίδακτη στη μουσική παραγωγή, γίνεται μέλος της αναδυόμενης μουσικής τάσης που θέλει τα πιο σημαντικά acts να έρχονται μέσα από το ίδιο το κοινό, απεμπολώντας την έννοια του stardom.
Νεαρές γυναίκες (ως επί το πλείστον) με θορυβώδεις κιθάρες και χειροποίητες παραγωγές που δεν έχουν πολλά να ζηλέψουν από τη στουντιακή εμπειρία, τα κάνουν όλα και συμφέρουν: γράφουν στίχους και μουσική από την προσωπική τους εμπειρία, δεν ντρέπονται να μοιραστούν εμπειρίες απώλειας, ερωτικής απογοήτευσης και ψυχικής υγείας, ενώ η σεξουαλικότητά τους εγγράφεται στην (αν όχι διαμορφώνει την) τραγουδοποιία τους.
Η queer ταυτότητα, είναι ένα από τα χαρακτηριστικότερα στοιχεία της μουσικής της Νορβηγίδας: φτιάχνει μεν ερωτικά τραγούδια με τα οποία όλ@ μας ταυτιζόμαστε (έχει δηλώσει πως δεν σκέφτεται τη σεξουαλικότητά της όταν γράφει μουσική), όμως βάζει το δικό της λιθαράκι στην αποδοχή και κανονικοποίηση του queerness, γράφοντας για τα κορίτσια που ερωτεύεται, προσελκύει ή την απορρίπτουν. Δεν είναι τυχαίο που η ερώτηση «Ακούς girl in red;» έγινε ένα κλείσιμο ματιού που υποδηλώνει την αναγνώριση της σεξουαλικής προτίμησης ανάμεσα στα νεαρά κορίτσια του TikTok, βάζοντάς την για τα καλά στο team #queerpop, πλάι σε καλλιτέχνιδες όπως οι Snail Mail, Clairo, Hayley Kiyoko και άλλες.
Και αν τα δύο EP της («chapter» 1 και 2) καθώς και τα singles της μας γνώρισαν την χαμηλότονη, bedroom πλευρά της, το ντεμπούτο της «if I could make it go quiet» μας περνάει στην ενήλικη εκδοχή της: ηχηρή, αποφασιστική και με χορταστικό ήχο, η 2.0 εκδοχή της, όπως τη χαρακτηρίζει η ίδια, είναι η φυσική συνέχεια των χειροποίητων girls και we fell in love in october. Μπορεί εν πρώτοις να ξενίζει η μεταστροφή σε έναν λιγότερο κιθαριστικό και πιο πλήρη ήχο, όμως αποδεικνύει πως τα «γυμνά» πρώτα κομμάτια της δεν προέκυψαν από μια αισθητική επιλογή, αλλά από την έλλειψη παροχών∙ αυτές που έτρεξε να εκμεταλλευτεί μόλις συνέρρευσαν τα συμβόλαια των δισκογραφικών, καταφέρνοντας χάρη στην πρώιμη επιτυχία της να βάλει τους δικούς της όρους για να προστατέψει το όραμα της. Κάτι που σπάνια συμβαίνει σε ντεμπούτα τόσο νέων καλλιτεχνών.
Ο πρώτος πολυαναμενόμενος δίσκος της καταφέρνει να συγκεντρώσει μέσα σε έντεκα τραγούδια τα συναισθήματα που μας κατέβαλαν μια ολόκληρη χρονιά: από τις χαμηλότερες συναισθηματικές στιγμές, στο σκοτάδι των οποίων προέκυψαν οι περισσότερες συνθέσεις, μέχρι τα σημεία που η Marie νιώθει ότι όλα θα πάνε καλά, το «if I could make it go quiet» είναι ένα αποφασιστικό όσο και ευθύ συναισθηματικό τρενάκι, που δεν μασάει τα λόγια του ακόμα και όταν πιάνει τα δυσκολότερα ζητήματα.
Δεν διστάζει να μιλήσει έξω από τα δόντια (τόσο στη στιχουργική όσο και στα social media της) για τα ζητήματα ψυχικής υγείας και κατάθλιψης που βιώνει κατά καιρούς, σπάζοντας τις προκαταλήψεις μαζί με πολλές άλλες συνομήλικές της (είδαμε πρόσφατα μία παρόμοια αντιμετώπιση των θεμάτων από την Arlo Parks).
Στο Serotonin, το πρώτο και πιο αντιπροσωπευτικό ίσως δείγμα του δίσκου, οι παρεισφρητικές σκέψεις που την καταδιώκουν έρχονται στην επιφάνεια, χωρίς να κρύβει ακόμα και τις πιο σκληρές, αυτοκαταστροφικές πλευρές τους. Οι «χημικές ανισορροπίες» του εγκεφάλου της, στις οποίες αποδίδει τις σκέψεις αυτές, γίνονται μέσα από το κομμάτι ο οδηγός για τη νέα girl in red, ακόμα πιο ωμή και συνειδητοποιημένη, ενώ δρασκελίζει τα μουσικά είδη, από την indie στην EDM – κι αν ακούσατε κάτι από Billie Eilish, φταίει η συμμετοχή του αδερφού της, Finneas, στην παραγωγή του κομματιού.
Οι επιρροές της διαπερνούν το δίσκο, κρατώντας ωστόσο την προσωπικότητά της στον αφρό. Έτσι καταλήγουμε σε ένα μείγμα που παραδόξως δένει αρμονικά, έως και επαναλαμβανόμενα σε κάποια σημεία: η early ‘00s indie δίνει τον τόνο στο οργισμένο You Stupid Bitch, ένα κομμάτι-βρυχηθμός στην ερωτική απόρριψη∙ στο Rue αντηχεί κάτι από τους επίσης Σκανδιναβούς First Aid Kit και τις τραβηγμένες κιθάρες τους∙ η Taylor Swift, που λειτούργησε ως είδωλο και παράδειγμα για τη Marie, θα μπορούσε να είχε συμπεριλάβει το I’ll Call You Mine στο «Red».
Η ερωτική επιθυμία και η γυναικεία σεξουαλική απόλαυση διαπερνούν επίσης τα κομμάτια, με έναν ευθύ λόγο, χωρίς υπεκφυγές, από το δηκτικό Did You Come?, που κατασπαράζει συναισθηματικά την ερωμένη που απατά μέχρι το hornylovesickness, ένα από τα πλέον ενδιαφέροντα σημεία του δίσκου, που περνά από την ανάλαφρη ανεμελιά του ήχου στην δριμεία αυτοκριτική, και κοιτάει με ειλικρίνεια τη λίμπιντό της όσο και τις προβληματικές συμπεριφορές που υιοθετεί για την ικανοποίησή της.
Κι αν μας λείπει κάπως η πρώιμη ευθραυστότητα της μουσικής της, αυτή δίνει αρμονικά τόπο σε μια πιο ώριμη και καθαρή φωνή, που ταιριάζει σε μία ενήλικη πλέον (ηλικιακά και συναισθηματικά) δημιουργό, ανοίγοντας μας την όρεξη για τα επόμενα βήματά της.